Η Νέα Ισορροπία Ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο: F-35, Rafale, UCAV και το Αυτοκρατορικό Δόγμα της Τουρκίας

Αεροπορική ισορροπία στην Ανατολική Μεσόγειο με stealth αεροσκάφος, ευρωπαϊκό μαχητικό και UAV, σε φωτεινή απεικόνιση χωρίς εθνικά σύμβολα.
Απεικόνιση της μεταβαλλόμενης αεροπορικής ισορροπίας στην Ανατολική Μεσόγειο, με σύγχρονα μαχητικά και UAV σε επιχειρησιακό περιβάλλον.

Του Γεωργίου Παπασημάκη

Η Ανατολική Μεσόγειος μπαίνει σε μια νέα, κρίσιμη φάση αεροπορικής ισορροπίας. Οι πληροφορίες από αμερικανικούς και τουρκικούς κύκλους, όπως μεταδίδονται από διεθνή πρακτορεία ειδήσεων τύπου Reuters, Associated Press, Anadolu Agency, αλλά και ευρωπαϊκά μέσα όπως ο Guardian, συγκλίνουν σε ένα συμπέρασμα: η Τουρκία πιέζει συστηματικά για επιστροφή στο πρόγραμμα των stealth μαχητικών F-35, ενώ η Ελλάδα υλοποιεί με γοργούς ρυθμούς ένα πολυστρωματικό δόγμα αποτροπής με Rafale, αναβαθμισμένα F-16 και νέες δυνατότητες UCAV.

Παράλληλα, στο εσωτερικό της Τουρκίας εντείνεται η επιθετική ρητορική, με «αναλυτές» να μιλούν μέχρι και για «σπασμένα χέρια και μάτια της Ελλάδας» αν η Αθήνα «τολμήσει» να εμποδίσει την τουρκική πορεία ισχύος μέχρι την Πολωνία. Δηλώσεις που, όπως καταγράφονται σε διεθνείς και περιφερειακές ανταποκρίσεις, αποκαλύπτουν περισσότερο το άγχος της Άγκυρας απέναντι στην ελληνική και ευρωπαϊκή αποτροπή, παρά πραγματική αυτοπεποίθηση.

Η αμερικανική στάση και το παράθυρο για τουρκική επιστροφή στο F-35

Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις Αμερικανού πρεσβευτή στην Άγκυρα, τις οποίες μετέφεραν διεθνή ΜΜΕ, «μέσα σε 4–6 μήνες» η Τουρκία θα μπορούσε, θεωρητικά, να άρει τα βασικά εμπόδια για την επιστροφή της στο πρόγραμμα F-35, εφόσον συμμορφωθεί με τις αμερικανικές απαιτήσεις για τους S-400 και το πλαίσιο κυρώσεων CAATSA. Την ίδια στιγμή, πηγές από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επιμένουν ότι η επίσημη θέση των ΗΠΑ δεν έχει αλλάξει: όσο η Τουρκία κρατά σε επιχειρησιακή ετοιμότητα το ρωσικό σύστημα αντιαεροπορικής άμυνας, δεν μπορεί να παραλάβει F-35.

Η εικόνα που διαμορφώνεται είναι διττή. Από τη μία πλευρά, διπλωματικές πηγές δείχνουν μια διάθεση «χρυσής τομής» ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Άγκυρα, με ενδιάμεσες λύσεις, όπως περιορισμένη διασύνδεση των S-400 ή ειδικά πρωτόκολλα επιθεώρησης. Από την άλλη, το αμερικανικό πολιτικό σύστημα –Κογκρέσο, επιτροπές άμυνας και εξωτερικών– παραμένει ιδιαίτερα επιφυλακτικό απέναντι στην τουρκική αξιοπιστία.

Για την Ελλάδα, η πιθανότητα επανεμφάνισης του F-35 στην τουρκική αεροπορική δομή σημαίνει ότι η ποιοτική υπεροχή δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη σε βάθος δεκαετίας. Ακόμη και αν η Άγκυρα καθυστερήσει ή προχωρήσει σε «υβριδική» λύση (συνδυασμός Eurofighter, KAAN και μερικής εμπλοκής στο F-35), η Αθήνα οφείλει να έχει ήδη απαντήσει με δικό της πακέτο πέμπτης γενιάς και ενοποιημένων αισθητήρων.

Ελληνική απάντηση: Rafale, F-16V, όπλα stand-off και ασύμμετρη αποτροπή

Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα κάνει κάτι που ενοχλεί ιδιαίτερα την Άγκυρα: χτίζει ήρεμα, σταθερά και θεσμικά μια αεροπορική αρχιτεκτονική όπου η ποιότητα και η διαλειτουργικότητα υπερισχύουν της απλής αριθμητικής.

  • Τα Rafale της Πολεμικής Αεροπορίας, όπως καταγράφουν επίσημα ρεπορτάζ που βασίζονται σε πηγές του Υπουργείου Άμυνας και διεθνή εξειδικευμένα μέσα, ολοκληρώνουν αποστολές κρούσης μεγάλης ακτίνας με κατευθυνόμενα όπλα όπως οι HAMMER και οι SCALP-EG, δοκιμάζοντας σενάρια κρούσης πάνω από 1.800 χιλιόμετρα.
  • Τα F-16V αναβαθμίζονται σταδιακά, αποκτώντας ραντάρ AESA, προηγμένα συστήματα αποστολής και δικτυοκεντρικές δυνατότητες, ώστε να λειτουργούν σε συνέργεια με τα Rafale και τα ιπτάμενα ραντάρ.
  • Η συζήτηση για μελλοντική απόκτηση ελληνικών F-35 παραμένει στο τραπέζι, όχι ως επικοινωνιακό πυροτέχνημα, αλλά ως στρατηγική απόφαση ένταξης σε ένα ευρύτερο νατοϊκό πλέγμα πέμπτης γενιάς.

Στο έδαφος, η ενίσχυση των μονάδων των νησιών με σύγχρονες υποδομές δεν είναι απλώς ζήτημα «ευχαριστούμε έναν δωρητή». Η πρόσφατη δωρεά για την ανακαίνιση υποδομών σε κρίσιμο σχηματισμό, όπως έγινε γνωστό μέσα από επίσημες ανακοινώσεις και σοβαρά ελληνικά μέσα, αυξάνει τη διαθεσιμότητα, βελτιώνει την εκπαίδευση και στέλνει ένα σαφές μήνυμα ότι τα νησιά δεν είναι «εύκολος στόχος».

UCAV, ΕΛΚΑΚ και η στροφή στα ελληνικά μη επανδρωμένα

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η πρόσφατη αξιολόγηση UCAV στο πεδίο από το Ελληνικό Κέντρο Αξιολόγησης και Κατάρτισης (ΕΛΚΑΚ), όπως παρουσιάστηκε σε εξειδικευμένα αμυντικά ρεπορτάζ που αντλούν στοιχεία από στρατιωτικές πηγές. Η άσκηση αυτή, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν δημοσιοποιηθεί, περιελάμβανε:

  • Δοκιμές πολλαπλών τύπων UCAV σε σενάρια αναγνώρισης και κρούσης.
  • Αυστηρά πρωτόκολλα αξιολόγησης, επηρεασμένα από εμπειρίες Ουκρανίας και Μέσης Ανατολής.
  • Έλεγχο διασύνδεσης με υπάρχοντα συστήματα διοίκησης και ελέγχου.

Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι μια τέτοια αξιολόγηση μπορεί να εξελιχθεί σε επίτευγμα –αν οδηγήσει σε στοχευμένες συμβάσεις, εθνική προστιθέμενη αξία και σοβαρή ενσωμάτωση– ή σε αυτογκόλ, αν τελικά μείνει σε επίπεδο επίδειξης χωρίς να εξασφαλιστεί παραγωγή, υποστήριξη και δικτυοκεντρική φιλοσοφία.

Αυτό συνδέεται άμεσα με το γεγονός ότι, όπως αναφέρουν ευρωπαϊκά και ελληνικά μέσα, η χώρα ετοιμάζεται επιτέλους να αποκτήσει οπλισμένα μη επανδρωμένα με πραγματική επιχειρησιακή αξία, ώστε να μην περιορίζεται μόνο σε παρατηρητές UAV. Η πρόκληση είναι να μην επαναληφθούν λάθη του παρελθόντος, όπου πλατφόρμες αγοράζονταν χωρίς σαφές δόγμα χρήσης.

Το «αυτοκρατορικό δόγμα» Ερντογάν και η Γάζα ως πεδίο προβολής ισχύος

Σε παράλληλο επίπεδο, ο Ταγίπ Ερντογάν συνεχίζει να διατυπώνει, σε ομιλίες που μεταδίδονται από το Anadolu Agency και διεθνή δίκτυα, ένα είδος «αυτοκρατορικού δόγματος» που βλέπει την Τουρκία ως προστάτη του «μουσουλμανικού κόσμου» και καθοριστικό παράγοντα από τη Γάζα μέχρι τον Καύκασο και τα Βαλκάνια.

Στο θέμα της Γάζας, δημοσιεύματα που βασίζονται σε επίσημες τουρκικές τοποθετήσεις κάνουν λόγο για προθυμία της Άγκυρας να στείλει στρατεύματα στο έδαφος, στο πλαίσιο κάποιας διεθνούς δύναμης σταθεροποίησης. Σύμφωνα με ανταποκρίσεις από Τελ Αβίβ, το Ισραήλ αντιμετωπίζει με μεγάλη καχυποψία τέτοιες προτάσεις, θεωρώντας ότι η Τουρκία θα αξιοποιήσει μια τέτοια παρουσία για πληροφοριακές επιχειρήσεις και πολιτική επιρροή.

Εδώ η Ελλάδα έχει διπλό ρόλο: αφενός ως μέλος της ΕΕ που στηρίζει τις ανθρωπιστικές πρωτοβουλίες και τις διπλωματικές προσπάθειες αποκλιμάκωσης, αφετέρου ως κράτος που παρακολουθεί στενά τις τουρκικές κινήσεις και τις συνδέει με την ευρύτερη συμπεριφορά της Άγκυρας στο Αιγαίο και στην Κύπρο.

Η ρητορική περί «φανταστικής τουρκικής απειλής» και τα όρια της προπαγάνδας

Μέσα σε αυτό το κλίμα, ξεχωρίζουν οι δηλώσεις Τούρκου καθηγητή, ο οποίος –σύμφωνα με διεθνείς ανταποκρίσεις και μεταφράσεις– ισχυρίζεται ότι «η Ελλάδα εκμεταλλεύεται μια φανταστική τουρκική απειλή», ενώ την ίδια στιγμή προβλέπει ότι η Τουρκία θα μπορεί να προβάλλει ισχύ «μέχρι την Πολωνία», απειλώντας ότι «θα βγάλουν τα μάτια και θα σπάσουν τα χέρια» όσων σταθούν εμπόδιο.

Η αντίφαση είναι κραυγαλέα: αν η απειλή είναι «φανταστική», τότε γιατί επιστρατεύονται τόσο ακραίες εκφράσεις; Στην πραγματικότητα, αυτή η ρητορική αποκαλύπτει τον φόβο της Άγκυρας απέναντι:

  • στην αναβάθμιση της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας,
  • στην ανθεκτικότητα των ελληνικών θεσμών ασφαλείας,
  • και στο γεγονός ότι η Ελλάδα λειτουργεί πλέον ως πυλώνας σταθερότητας για ΝΑΤΟ και ΕΕ στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η Αθήνα δεν χρειάζεται να απαντήσει με αντίστοιχη λεκτική ένταση. Αρκεί να συνεχίσει να χτίζει την αποτροπή της με ψυχραιμία, να αναδεικνύει διεθνώς τις πραγματικές τουρκικές παραβιάσεις και να επενδύει στη στρατηγική επικοινωνία που βασίζεται σε δεδομένα και όχι σε συνθήματα.

Ενέργεια, υποδομές και στρατηγική οικονομία ισχύος

Μέσα στα καθαρά στρατιωτικά θέματα, συχνά περνά απαρατήρητο το κομμάτι της στρατηγικής οικονομίας. Συνεργασίες όπως αυτή μεταξύ ενεργειακών και βιομηχανικών φορέων στον χώρο των δομικών υλικών (π.χ. συμφωνίες με μεγάλους ευρωπαϊκούς ομίλους) δείχνουν ότι η Ελλάδα εργάζεται για να θωρακίσει την παραγωγική της βάση, μειώνοντας εξαρτήσεις και ενισχύοντας την ανθεκτικότητα.

Σε ένα περιβάλλον όπου η Τουρκία επιδιώκει να γίνει ενεργειακός κόμβος, οι ελληνικές επιλογές σε LNG, ηλεκτρικές διασυνδέσεις και πράσινες επενδύσεις αποκτούν σαφή γεωπολιτική διάσταση. Η αεροπορική ισορροπία δεν είναι ανεξάρτητη από την ενεργειακή ασφάλεια· αντίθετα, τα δύο πεδία αλληλοτροφοδοτούνται.

Η μεγάλη εικόνα για Ελλάδα, Κύπρο και Ανατολική Μεσόγειο

Αν ενώσουμε όλα τα παραπάνω –το ενδεχόμενο τουρκικής επιστροφής στο F-35, την ελληνική ενίσχυση με Rafale και F-16V, τις δοκιμές UCAV, την επιθετική ρητορική και την εμπλοκή της Τουρκίας σε μέτωπα όπως η Γάζα– προκύπτει μια σαφής εικόνα:

  1. Η Ελλάδα παραμένει ο πιο αξιόπιστος, θεσμικός και προβλέψιμος εταίρος στην περιοχή για ΝΑΤΟ και ΕΕ.
  2. Η Τουρκία προσπαθεί να επαναδιαπραγματευτεί τη θέση της στη Δύση χωρίς να εγκαταλείψει τις αναθεωρητικές της βλέψεις και τις σχέσεις με τη Ρωσία.
  3. Η Κύπρος αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία ως κόμβος ασφάλειας και ενέργειας, με την Ελλάδα να λειτουργεί ως στρατηγικός εγγυητής στην ΕΕ.

Σε αυτό το πλαίσιο, η ελληνική στρατηγική πρέπει να στηριχθεί σε τρεις πυλώνες:

  • Σκληρή ισχύς: αεροπορική, ναυτική και αντιαεροπορική υπεροχή.
  • Θεσμική ισχύς: ενεργός συμμετοχή σε ΝΑΤΟ, ΕΕ, τριμερείς και τετραμερείς συνεργασίες.
  • Επικοινωνιακή ισχύς: ανάδειξη της πραγματικής εικόνας προς τη διεθνή κοινή γνώμη, με στοιχεία και όχι με συνθήματα.

Συμπέρασμα: Η αποτροπή κρίνεται στην πράξη – όχι στη ρητορική

Η νέα αεροπορική ισορροπία Ελλάδας–Τουρκίας δεν θα κριθεί τελικά στα τηλεοπτικά πάνελ ή στα social media, αλλά:

  • στη διαθεσιμότητα των μέσων,
  • στην ποιότητα της εκπαίδευσης,
  • στη διαλειτουργικότητα των συστημάτων,
  • και στην ικανότητα των πολιτικών ηγεσιών να παίρνουν ψύχραιμες αποφάσεις.

Η Ελλάδα, επενδύοντας σε Rafale, σε αναβαθμισμένα F-16, σε μελλοντικά F-35, σε UCAV και σε υποδομές στα νησιά, στέλνει το μήνυμα ότι δεν επιδιώκει κλιμάκωση, αλλά είναι έτοιμη να υπερασπιστεί κάθε σπιθαμή κυριαρχίας.

Η Τουρκία, όσο συνεχίζει να παλινδρομεί ανάμεσα σε ρωσικά συστήματα, δυτικές πλατφόρμες και μεγαλοϊδεατικές δηλώσεις, θα βρίσκεται μπροστά σε ένα θεμελιώδες δίλημμα: θέλει πραγματικά να επιστρέψει ως αξιόπιστος σύμμαχος στη Δύση ή απλώς να αποσπά παραχωρήσεις με εργαλείο την κρίση;

Για την Ελλάδα, η απάντηση είναι σαφής: ψυχραιμία, ισχύς, στρατηγική συνέπεια. Αυτά είναι τα τρία στοιχεία που, στο τέλος, κερδίζουν όχι μόνο τις μάχες της επικοινωνίας, αλλά –κυρίως– τις μάχες της ιστορίας.



Ανακάλυψε περισσότερα από Ereunitiko

Εγγραφείτε για να λαμβάνετε τις τελευταίες αναρτήσεις στο email σας.