
«Σαν τις Εριννύες θα μας καταδιώκη η επιταγή της επιστροφής και τα τέρατα αυτά της μυθολογίας θα μας αφήσουν στην ήρεμη σκέψι μας μόνον τότε όταν τα γλυπτά επιστρέψουν στη θέσι του φυσικού τους περιβάλλοντος».
Τόνιας Α. Μανιατέα – Αθηναϊκό και Μακεδονικό πρακτορείο ειδήσεων
Ο Εντοάρντο Σκαρφόλιο επισκέπτεται την Ακρόπολη περίπου έναν αιώνα μετά την πρώτη πράξη της βεβήλωσής της από τον Τόμας Μπρους, τον έβδομο κόμη του Έλγιν, εκείνον τον δραματικό Ιούλιο του 1801. Τώρα πια έχει ανατείλει για τα καλά ο 20ος αιώνας. Ο Ιταλός λόγιος παρατηρεί τις γυμνές ζωφόρους του Παρθενώνα. Δείχνει αποτροπιασμένος από το θέαμα των ακρωτηριασμένων γλυπτών που δεν κατάφερε να ξηλώσει ακέραια από τμήματα της ζωφόρου του μνημείου ο Βρετανός άρπαγας. Δεν γνωρίζει πώς ακριβώς ήταν το μνημείο πριν τη βεβήλωσή του. Είναι όμως δεινός μελετητής της ελληνικής ιστορίας και όχι μόνον επειδή έχει παντρευτεί κατά το ήμισυ Ελληνίδα… «Εσκέφθη ποτέ κανείς τι θα ήταν σήμερα η Ελλάς χωρίς την ιστορία και την αρχαιολογία;» θα αρθρώσει στον συνοδό του επάνω στον βράχο και θα καταλήξει προφητεύοντας: «…(τον Έλληνα) καταδιώκει η σκέψις ότι η ληστρική αρπαγή έγινε όταν οι δυνάμεις του ευρίσκοντο στην υποταγή και τον ανησυχεί το γεγονός ότι ύστερα από τόσα χρόνια δεν υπάρχει η παρήγορη ελπίδα της επιστροφής […] Σε κάθε εποχή επανέρχεται το ερώτημα και είναι χρέος μας να το θέτουμε πάντοτε και παντού»!
ΣΤΙΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΡΑΜΜΕΝΟ ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ
Τόσο του Σκαρφόλιο, όσο και του Έλγιν έχει προηγηθεί μια μακρά περίοδος… αρχαιοελληνικής λατρείας από τη Δύση. Από το 1680 και για έναν και πλέον αιώνα, πυκνώνουν οι επισκέψεις στην Ελλάδα ξένων μελετητών και οι αναλύσεις, οι εκτιμήσεις, οι λεπτομερειακές περιγραφές ελληνικών αρχαιοτήτων σε δυτικά κείμενα. Τα κανόνια του Μοροζίνι καταστρέφουν μνημεία του βράχου αλλά ταυτόχρονα εκτοξεύουν τη δημοτικότητά του στις συνειδήσεις των δυτικών αρχαιολατρών. Το μεγαλύτερο τμήμα πληροφοριών και χαρτών περί τις ελληνικές αρχαιότητες το δεύτερο μισό του 18ου αι. προέρχεται από καταγραφές ξένων επισκεπτών. Η ελληνική κλασσική αρχαιολογία είναι σε πρώτη ζήτηση. Το υλικό που έχει συγκεντρωθεί, συγκροτεί πλέον μία ιδιαίτερα χρήσιμη τράπεζα πληροφοριών, που επιτρέπει στους ειδικούς να επιχειρήσουν φρέσκες ερμηνευτικές προσεγγίσεις. Οι δυτικοί λόγιοι, Άγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί, με αρχαιολογικό ενδιαφέρον, που αναλαμβάνουν χρέη διπλωματών στην Αθήνα, πέφτουν με τα μούτρα στη μελέτη των μνημείων της. Η Ακρόπολη είναι γι αυτούς ένα θεόσταλτο δώρο στην υπηρεσία της έρευνας. Ωστόσο, όλοι υπηρετούν τις… βουλές των κυβερνήσεών τους. Αρκετοί βέβαια υποκύπτουν και στον πειρασμό των δικών τους φιλοδοξιών… Ο Θ.Ν. Φιλαδελφεύς περιγράφει: «… οι κυβερνήσεις παρήγγελον τοις πρεσβευτές να προμηθεύωνται ΔΙΑ ΠΑΝΤΟΣ ΤΡΟΠΟΥ νομίσματα, αγάλματα και χειρόγραφα, προς πλουτισμόν των μουσείων και των βιβλιοθηκών. Οι φιλόμουσοι συλλέκται εξ υπερμέτρου ζήλου, οσάκις δεν ευκολύνοντο να λάβωσιν ολόκληρον το συληθέν άγαλμα, απέκοπτον την κεφαλήν, κατά την μαρτυρίαν αυτών των ιδίων, και άφηνον επί τόπου τον δυσκίνητον κορμόν…»! Η συγκεκριμένη επαίσχυντη μαρτυρία ανήκει στον Κορνέλιο Μάνι, συνοδό του Γάλλου πρεσβευτή, και αποτελεί ικανοποιητική ερμηνεία στο ερώτημα των αμέτρητων κεφαλών που κοσμούν δυτικές γλυπτοθήκες, ενώ στις ανασκαφές στο ελληνικό έδαφος βρίσκονται ακέφαλα ως επί το πλείστον αγάλματα.
Σε μια δραματική διαβάθμιση της αποψίλωσης των ελληνικών αρχαιοτήτων, η σκυτάλη περνάει στον κόμη του Αρουντέλ Τόμας Χάουαρντ, τον πρώτο μεγάλο ιδιώτη συλλέκτη έργων τέχνης στην Αγγλία. Αυτός οραματίζεται τη… μετακόμιση της αρχαίας Ελλάδας στη γηραιά Αλβιώνα! Προς τούτο χρησιμοποιεί όχι μόνον τους διπλωματικούς υπαλλήλους της αγγλικής κυβέρνησης, που βρίσκονται στην Τουρκία, αλλά και τους εμπόρους που ταξιδεύουν προς την Ελλάδα και έμμισθους συλλέκτες, που με επιτηδειότητα αρπάζουν έργα γλυπτικής και αρχαίες επιγραφές. Κοντά έναν αιώνα μετά, τα εξαχθέντα υπό του Χάουαρντ από το ελληνικό έδαφος θα βρεθούν καταγεγραμμένα σε εγχάρακτο χρονικό, που εντοπίσθηκε στην Πάρο.
Δείτε και: